Δεν γνωρίζω τι ακριβώς εννοεί το πολιτικό σύστημα (και ιδιαίτερα η κυβέρνηση) όταν μιλάει για τη διεκδίκηση του αυτονόητου. Αναφέρεται στα διεθνώς (ή έστω ευρωπαϊκώς) παραδεδεγμένα περί αυτονοήτου ή υποστηρίζει την ελληνοβαλκανική εκδοχή του;
Ποιο είναι το Μεγάλο Στοίχημα των επικείμενων αυτοδιοικητικών εκλογών; Το να επιλεγούν οι προοδευτικότεροι ή οι πλέον αρεστοί στις τοπικές κοινωνίες δήμαρχοι και περιφερειάρχες; Το να διαμορφωθούν πολιτικές συμμαχίες «νέου τύπου» (θετικής ή θνησιγενούς κατεύθυνσης);
ΤΟ (όποιο) τέλος των ιδεολογιών επέφερε την επιστροφή μιας «ηθικής τής αναγκαιότητας» πάνω στην οποία δεν χτίζεται ένας καινούργιος θαυμαστός κόσμος, αλλά μια μηδενιστική αντίληψη περί της αξίας της υποχώρησης ή της συνθηκολόγησης.
Ουδείς μπορεί ν' αμφισβητήσει το πολιτικό περιεχόμενο του (όποιου) μηνύματος των περιφερειακών/δημοτικών εκλογών. Προβλήματα που αφορούν την πόλη, τον πολιτισμό, τον πολίτη αλλά και τη χώρα δεν είναι δυνατόν να εξαιρεθούν από την πολιτική ατζέντα των υποψηφίων. Το ερώτημα είναι αν οι εκλογές αυτές είναι και ευθέως κομματικές. Αν δηλαδή αναμετρώνται μετωπικά οι κομματικές επιλογές, στρατηγικές, ισορροπίες και αν τα (όποια) αποτελέσματα προσμετρώνται στα κομματικά λάφυρα των μηχανισμών.
Εχω αρχίσει να «εκτιμώ» το ΔΝΤ. Δεν εννοώ βέβαια ότι αποδέχομαι τον ρόλο του ή συμφωνώ με τα μέτρα του. Ομως διαπιστώνεις ότι αυτοί οι άνθρωποι με τα μαύρα «ξέρουν τι θέλουν», «ξέρουν γιατί το θέλουν» και κυρίως δεν κρύβουν αυτό που είναι και αυτό που κάνουν (π.χ. δεν άκουσα κάποιον να λέει ότι είναι κομμουνιστής).
Εξακολουθούμε να είμαστε η χώρα του κλαυσίγελου και της χαρμολύπης. Της κωμωδίας ηθών και της τραγωδίας θεσμών. Της ανευθυνότητας αρχόντων και της αφέλειας αρχομένων. Της διαρκούς υπο-κρισίας εαυτών και αλλήλων. Της μη απολογίας και μη λογοδοσίας.
Η ελληνική τηλεόραση λειτουργεί άνομα. Ούτε καν ο κανόνας της υγιούς αγοράς δεν ισχύει. Ενας είναι ο κανόνας: να μην υπάρχουν κανόνες για κανέναν (ούτε για τον ιδιοκτήτη ούτε για το δημοσιογράφο ούτε για τους καλεσμένους).
Μη δίνετε μεγάλη σημασία στις ταινίες των νευρωτικών σχέσεων και των ψυχολογικών παρακρούσεων. Η τέχνη στην υπηρεσία του εμπορίου φαντασιώσεων και ακραίων καταστάσεων δεν γεμίζει την ψυχή μας με ερωτική φιλία ή με αγάπη. Τι είναι και τι σημαίνει ερωτική φιλία ή αγάπη; Ρωτήστε τον άνθρωπο που σας κοιτάζει τρυφερά.
Το πολιτικό σύστημα δεν φοβάται τη δημοκρατική/λαϊκή αμφισβήτησή του γιατί οι νέοι άρχοντες θεωρούν ότι «αυτοί και μόνον αυτοί είναι η Ελλάδα». Λειτουργούν, δηλαδή, ως απόγονοι τζακιών και ως ιστορικοί ιδιοκτήτες της χώρας.
Η Δημοκρατία έχει όρια και κανόνες. Επιθυμεί την ομογνωμοσύνη στις κρίσιμες περιόδους και αρνείται κάθε διαχωρισμό σε ανώτερους / καταναλωτές και κατώτερους/ αποκλεισμένους πολίτες, σε αυτούς που γεννήθηκαν να κυβερνούν και σ' αυτούς που γεννήθηκαν για να τους κυβερνούν οι άλλοι.
Το 'χω γράψει πολλές φορές και σε διαφορετικές συγκυρίες. Η Αριστερά σίγουρα δεν είναι υπεύθυνη για όσα γίνονται (από τις φιλελεύθερες ή σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις). Είναι όμως συν-υπεύθυνη για όσα δεν γίνονται. Η Αριστερά δεν έχει ως ιστορικό ρόλο μόνο να ορίζει «τι είναι κοινωνική δικαιοσύνη», «τι είναι συμμετοχική δημοκρατία», «τι είναι λαϊκή κυριαρχία». Οφείλει και να διακρίνεται από το τολμηρό (ακόμα κι από το παράτολμο και σε κάθε περίπτωση ανιδιοτελές και μεγάθυμο) άλμα πάνω από τις δικές της αγκυλώσεις προκειμένου ν' απελευθερώσει -εδώ και τώρα- την πάσχουσα σιωπηρή πλειοψηφία των αδύναμων (είτε ψηφίζει είτε όχι αριστερά κόμματα).
Μια ολιγαρχία ανθρώπων χωρίς ιστορική μνήμη, που δεν ανήκουν ούτε στον κόσμο της πολιτικής ούτε στον κόσμο της επιστήμης, επιχειρεί να πετύχει έναν ανιστόρητο διακανονισμό με την Ιστορία της χώρας (καθιστώντας ατροφικούς τους υπάρχοντες θεσμούς και υποβιβάζοντας τον πολιτικό σχεδιασμό σε απλοϊκούς προπαγανδιστικούς ακτιβισμούς αισιοδοξίας).
Ο όρος «κοινωνικός έλεγχος» έχει τόσο χρησιμοποιηθεί και τόσο «αναλωθεί» ώστε να χωράει τα πάντα και τίποτα. Ενας από τους λόγους που συνέβαλε σ' αυτή την ασάφεια είναι η υπερ-βολική πολιτικοποίηση του όρου και η ταυτόχρονη αποδυνάμωση της κοινωνιολογικής του αναφοράς.
Σε μια χώρα που δεν τιμάει τους μαχητές, αλλά τους ριψάσπιδες, με διανοούμενους που δεν ματώνουν, αλλά συνεχώς κλαψουρίζουν για τους ηττημένους, με πολιτικούς που στενοχωριούνται και πονάνε, αλλά δεν ρισκάρουν τίποτα, με ιδεοληπτικούς που αφήνουν την Ελλάδα να ρημάζει (προκειμένου να μην την εκμεταλλευτούν οι ξένοι), έχουμε την αίσθηση ότι όλοι (κόμματα, συνδικαλισμός, φορείς) μας βγάζουν στο ευρωπαϊκό και διεθνές παζάρι ως σκλαβοείλωτες.
Ολοι αναρωτιούνται αν η οικονομική κρίση θα «περάσει» και στην εγκληματικότητα. Είναι βέβαιο ότι θα 'χουμε αύξηση των εγκλημάτων των πλουσίων (αισχροκέρδεια, τοκογλυφία, απάτες), αλλά και αύξηση των εγκλημάτων επιβίωσης (κλοπές, επαιτεία, ακόμη και πορνεία). Το πιο μεγάλο όμως πρόβλημα θα 'ναι η άσκοπη, άμετρη, απρόκλητη άσκηση βίας δι' ασήμαντον αιτίαν.
Μοιάζει να λησμονούν ότι η διαφθορά δεν αφορά μόνο το πολιτικό χρήμα, αλλά συμπεριλαμβάνει και τις γκρίζες ζώνες των υπόγειων και άνομων εξυπηρετήσεων και εκδουλεύσεων (μέσω νόμων-φωτο και υπουργικών αποφάσεων με το κομμάτι).
Σε όσους αναλύουν το 2010 με όρους και ιδεοληψίες του 1970, θέλω να επισημάνω ότι τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα στον χώρο του αθλητισμού δεν έχουν καμία σχέση με τον «κλασικό» χουλιγκανισμό. Περισσότερο μοιάζουν με μια μορφή «κοινωνικής τρομοκρατίας» που ασκείται από οργανωμένη και ένοπλη ομάδα έναντι όλων. Οι χούλιγκαν μπορεί να δέρνονταν ή να κατέστρεφαν αλλά όλες αυτές οι εκδηλώσεις βίας σχετίζονταν ευθέως με αθλητικά γεγονότα και δεν γίνονταν με την ευκαιρία αυτών. Επίσης οι κλασικοί χούλιγκαν ούτε λήστευαν ούτε μαχαίρωναν όποιον συναντούσαν στον δρόμο τους. Αρα;
Στο κόκκινο του αίματος, στο κίτρινο του Τύπου και στο πράσινο της τάχα ανάπτυξης δεν θ' απαντήσουμε με το μαύρο της απελπισίας αλλά με το λευκό της κοινωνίας με διαρκές βλέμμα.
Μεγαλύτερη ποινή για τους πολιτικούς δεν είναι η φυλάκιση αλλά η ισόβια έκπτωση από τα δημόσια αξιώματα λόγω αναξιότητας. Αυτό το σκέφτηκε κανείς;
Μολονότι η παγκοσμιοποίηση φαίνεται να εισάγει ένα νέο «ουδέτερο» διαχειριστικό στιλ στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, συνδέεται με «τη συσσωμάτευση σε μια ενιαία τάξη πραγμάτων όχι μόνο των εθνικών οικονομιών, αλλά και των θεσμικών πρακτικών». Η εθνική κυριαρχία και η πολιτιστική ιδιαιτερότητα δεν συνιστούν πλέον ικανά επιχειρήματα για «αποκλίσεις» από διεθνή standards.
Ως γνωστόν, για να λειτουργήσει το σύστημα της διαφθοράς/διαπλοκής, χρειάζονται πέντε. Αυτός που διαφθείρει, αυτός που διαφθείρεται, αυτός που κοιτάζει - δεν μιλάει, αλλά επωφελείται, αυτός που κρατάει τους θεσμούς ανενεργούς, και τα ΜΜΕ που επιλέγουν ποιον θα «ξε-κρεμάσουν».
Οποιος κινείται στον ευρύτερο δημόσιο χώρο γνωρίζει καλά ότι δεν υπάρχει θεσμός ή πεδίο δραστηριοτήτων πλήρως προστατευμένα από τον ιό της διαφθοράς.
Η Δημοκρατία εν κινήσει πρέπει να συνδυάζεται με το δίκαιο εν κινήσει. Η Δικαιοσύνη δεν περιορίζεται σε «κατασκευές» σχετικές με τις περιστάσεις και καταστάσεις της απονομής του δικαίου. Τις υπερβαίνει και δεν την προσ-δι-ορίζουν, ούτε πολιτικά ούτε ηθικά. Το δίκαιο ως κοινωνικό φαινόμενο στοχεύει στη δικαιοσύνη ως σχέση, η οποία αναζητεί μια ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στην κοινωνική τάξη και την αυτονομία των προσώπων/ελευθερία των πολιτών.
Οι πολιτικοί απαντούν στους σημερινούς φόβος με αυριανές (φρούδες;) ελπίδες. Μερικοί επιχειρούν να μας πείσουν ότι επειδή «όλοι είμαστε αδέλφια» (sic!) τούτο συνεπάγεται ότι δεν είμαστε φορείς δικαιωμάτων (καθώς κάθε στιγμή μπορεί ο αδελφός να ζητήσει από τον «αδελφό του» να του εκχωρήσει κάποια κεκτημένα στο όνομα της ισότητας).
Τώρα που οι περισσότεροι Ελληνες βεβαιώθηκαν ότι τα επόμενα χρόνια θα κινηθούμε σαν μεθυσμένες μέλισσες μέσα στο τετράγωνο «Ανομία-Παρανομία-Διαφθορά-Ανασφάλεια», τώρα ίσως πρέπει να συλλογιστούμε και να αναλογιστούμε.