Καθηγητής Γιάννης Πανούσης






Ενεργοποιήστε την Javascript για να συνεχίσετε!

Συνέντευξη του Γιάννη Πανούση στην εφημερίδα "City Press" και το δημοσιογράφο Δημήτρη Χρυσικόπουλο



gp-img

"Να μην καταλήξουμε σε κυνήγι μαγισσών" αναφέρει στη συνέντευξή του στην εφημερίδα "City Press" ο Βουλευτής της ΔΗΜΑΡ Γιάννης Πανούσης. Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης. 

Κατ’ αρχάς θα ήθελα την άποψή σας, εάν είναι αναγκαίο ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο για τη ρατσιστική βία στην Ελλάδα…

Από άποψη εναρμόνισης με την απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της E.E. του 2008, αλλά και εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου ποινικού οπλοστασίου (κυρίως με το νόμο του 1979 αλλά και με τα άρθρα 183-185 του Ποινικού Κώδικα), μια νέα προσέγγιση της ρατσιστικής βίας είναι χρήσιμη. Το σημαντικότερο όμως στοιχείο αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι ο πολιτικός συμβολισμός της άμυνας της δημοκρατίας και της κοινωνίας σε τέτοια φαινόμενα.

Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι στην παρούσα φάση κατατίθενται στη Βουλή διαφορετικά νομοθετήματα για το ίδιο ζήτημα;

Το θεωρώ ήττα της δημοκρατίας, καθώς παρόμοια νομοθετήματα στέλνουν ένα μήνυμα στην κοινωνία ενότητας του πολιτικού κόσμου απέναντι στο νεοφασισμό και το νεοναζισμό. Γι’ αυτό πρέπει να ψηφίζονται με τη μεγαλύτερη δυνατή πλειοψηφία. Το γεγονός ότι αυτό δεν επετεύχθη και το δημοκρατικό μέτωπο διασπάστηκε στο όνομα ιδεολογημάτων ή μικροκομματικών υπολογισμών φοβάμαι ότι γρήγορα θα το βρούμε μπροστά μας.

Συμμερίζεστε την άποψη ότι ένα τέτοιο νομοθέτημα μπορεί να έχει αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα;

Εάν προσεχθούν ορισμένες διατυπώσεις που αφορούν στον ορισμό του μίσους ή της εχθροπάθειας, στο διαχωρισμό γνώμης και πράξης, στη συγκεκριμένη διακινδύνευση από προτροπή ή εγκωμιασμό, και βέβαια αν ξεκαθαρίσει τελείως το ζήτημα της ποινικοποίησης της άρνησης των γενοκτονιών, τότε δεν θα υπάρχει πρόβλημα. Διαφορετικά μπορεί να προκληθούν οι εξής παράπλευρες ζημιές:

α) Να μην εφαρμόζουν ή να εφαρμόζουν στρεβλά το νόμο η Αστυνομία και η Δικαιοσύνη (οι λεγόμενοι «νόμοι στο μεταίχμιο»).

β) Να οδηγηθεί η ελληνική κοινωνία σε εσωτερικές συγκρούσεις ως προς τα ιστορικά γεγονότα.

γ) Να εμπλακούν στην ερμηνεία του νόμου επιστημονικές αντιθέσεις (ή δοξασίες) και ιδεολογικές διαφωνίες.

δ) Να εφαρμοστεί ο ίδιος νόμος σε άλλη συγκυρία, εναντίον αυτών που σήμερα νομοθετούν. Γι’ αυτό, προσοχή.

Τελικά, κατά την πολιτική και επιστημονική σας άποψη, ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης του ρατσισμού και της ρατσιστικής βίας;

Ο ρατσισμός (βιολογικός, πολιτισμικός, κοινωνικός, φοβικός κ.λπ.) αναπτύσσεται μέσα στην κοινωνία και εκεί πρέπει να δοθεί η μάχη εκρίζωσης του κακού. Ιδίως σε περιόδους κρίσης όλοι αναζητούν εξιλαστήρια θύματα, κι έτσι γεννιούνται και πολλαπλασιάζονται «θεωρίες καθαρότητας» και διακρίσεις με βάση τη φυλή, το φύλο, την εθνότητα κ.λπ. Όσον αφορά στη ρατσιστική βία, στα εγκλήματα μίσους, αυτά και βέβαια πρέπει να αντιμετωπιστούν από το ποινικό δίκαιο (και όλους τους μηχανισμούς και θεσμούς απονομής της δικαιοσύνης), αρκεί να μην καταλήγουν σε κυνήγι μαγισσών ή σε «πολιτικά ορθές» υπερβολές. Διότι το περιεχόμενο των εγκλημάτων μίσους μοιάζει με τη βεντάλια. Μπορείς να το ανοίξεις και να το κλείσεις κατά το δοκούν (εντάσσοντας στο πλαίσιό του κάθε αποκλίνουσα ή παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, δράση ή ιδιότητα). Κι εδώ προσοχή.

Πάντως, το συγκεκριμένο νομοθέτημα μοιάζει να δημιουργεί ρήγμα στην κυβέρνηση συνεργασίας. Θεωρείτε ότι αποτελεί περιστασιακό φαινόμενο ή έχει βαθύτερα αίτια;

Δεν θα συσχέτιζα την ιδεολογικο-θεσμική αυτή διαφορά και διαφοροποίηση με την ανάγκη συνέχισης του έργου της συγκυβέρνησης. Όπως άλλωστε έχει λεχθεί, η ΔΗΜΑΡ δεν ταυτίζεται ούτε ιδεολογικά, ούτε πολιτικά με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και δεν σκοπεύει να «ομογενοποιηθεί». Κατά συνέπεια, αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις ενισχύουν το αριστερό προφίλ της ΔΗΜΑΡ, χωρίς ταυτόχρονα να θέτουν σε κίνδυνο την ευθύνη πολιτικής σταθερότητας της χώρας μέχρι να βγούμε από την κρίση.

Συνολικά, ποια πιστεύετε ότι (θα πρέπει να) είναι η θέση της ΔΗΜΑΡ στο κυβερνητικό σχήμα; Ανταποκρίνεται το κόμμα σε αυτή σας την άποψη;

Η άποψή μου παραμένει σταθερή, έχει πολιτικό σκεπτικό και δεν σχετίζεται με προσωπική στρατηγική (πολλώ μάλλον που έχω δηλώσει με χίλιους τρόπους ότι δεν επιθυμώ να αναλάβω υπουργικό θώκο). Θεωρώ αναγκαία την πλήρη συμμετοχή στην κυβέρνηση, αφενός για ν’ αποδείξει η ΔΗΜΑΡ ότι τα ικανά στελέχη της μπορούν να διοικήσουν με άλλο (αριστερόστροφο και διαφανή) τρόπο τα κοινά και αφετέρου για να έχουν τα στελέχη αυτά πολιτική ευθύνη (και όχι προσωπική εκτίμηση). Κι όταν αναφέρομαι σε πλήρη συμμετοχή, εννοώ την ανάληψη υπουργείων σε καθετοποιημένη βάση (υπουργός, υφυπουργός, γενικός γραμματέας) και όχι σε δυσκίνητη μέχρι αδύνατη «συγκατοίκηση». Η εμπειρία από ορισμένα στελέχη που πλαισίωσαν την κυβέρνηση (μερικά μάλιστα πρόλαβαν και «αφομοιώθηκαν») αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Η μέχρι σήμερα απόφαση των οργάνων ήταν άλλη. Δεν γνωρίζω αν θ’ αλλάξει ή όχι. Είναι αυτονόητο ότι θα ακολουθήσω την άποψη της πλειοψηφίας, όποια και αν είναι αυτή.

Πιστεύετε ότι χρειάζεται αναδιατύπωση της προγραμματικής συμφωνίας των κυβερνητικών εταίρων ή ανασχηματισμός –ή και τα δύο– προκειμένου η κυβέρνηση συνεργασίας να ξεπεράσει τα προβλήματα που μοιάζει να αντιμετωπίζει;

Όλα χρειάζονται, καθώς η πολιτική πραγματικότητα δείχνει τα λάθη και τις αστοχίες και δεν αντιλαμβάνομαι ποια έννοια πολιτικού κόστους κάνει τα τρία κόμματα να περιμένουν ένα χρόνο για ν’ αλλάξουν τους αποτυχημένους ή τους αποκλίνοντες. Η προγραμματική συμφωνία θα προσαρμόζεται πάντοτε στην εθνική και ευρωπαϊκή πραγματικότητα, αλλά η ΔΗΜΑΡ έχει δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι θα παραμείνει προστάτης και εγγυητής των δικαιωμάτων και των προσδοκιών των περισσότερο πληττόμενων στρωμάτων. Κρίσιμος, πάντως, παράγοντας παραμένει ο τρόπος μη λειτουργίας των οργάνων (Υπουργικό Συμβούλιο, Κυβερνητική Επιτροπή), με συνέπεια τα πρόσωπα ισχύος να υποκαθιστούν τους θεσμούς.

Από την άλλη πλευρά, βλέπουμε ότι το πολιτικό σκηνικό της χώρας συνεχίζει να βρίσκεται σε φάση αναδιαμόρφωσης και αναδιάταξης των δυνάμεών του. Πώς ερμηνεύετε αυτή τη διαδικασία;

Το πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό της Μεταπολίτευσης έχουν κλείσει τον κύκλο τους. Όσο πιο γρήγορα το κατανοήσουν κόμματα, κομματάρχες και πολιτευτές, τόσο το καλύτερο για τη χώρα. Μέχρι τότε θα γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες κομματικών ανακατατάξεων και μεταβολών, μετεγγραφών και μετακινήσεων βουλευτών, ίδρυσης δεκάδων νέων σχηματισμών. Αυτό δεν είναι το καινούργιο. Αυτοί είναι οι σπασμοί του χθες.

Στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συζήτησης για τη θέση και το ρόλο της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, ποια είναι η δική σας θέση;

Η Αριστερά στο σύνολό της κάνει πάντα το λάθος βήμα την ώρα που μπορεί να αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης. Διασπάται όταν πρέπει να ενωθεί, προβάλλει ιδεολογήματα και βιώματα του χθες αντί να κοιτάζει το αύριο, προκαλεί εσωτερικούς διχασμούς αντί να καλεί σε γενικό προσκλητήριο. Νομίζει κανείς πως η Αριστερά έχει βολευτεί στις αντιπολιτευτικές κορόνες και γι’ αυτό δεν βρίσκει ποτέ κατάλληλες τις συνθήκες για να (από)δείξει ένα άλλο μοντέλο στρατηγικής πορείας του λαού και της χώρας. Όσο για την «Κεντροαριστερά», έναν όρο που δεν συμπαθώ γιατί έγινε επί κυβερνήσεων Σημίτη εργαλείο διάβρωσης της Αριστεράς από αποτυχημένες εκσυγχρονιστικές ιδέες και προσμείξεις, η πρόταση της ΔΗΜΑΡ για ένα δημοκρατικό σοσιαλιστικό αστερισμό με βρίσκει σύμφωνο. Σε παλαιότερες δηλώσεις μου τον είχα βαφτίσει ΣΟ.ΔΗ.Α (Σοσιαλιστική Δημοκρατική Αριστερά). Το ερώτημα είναι πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτή η σύγκλιση και συστράτευση όταν κυοφορούνται 5-6 εκδοχές του ΠΑΣΟΚ και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ηγεμονικές (και αντιφατικές) τάσεις.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σας ρωτήσω και για τη συζήτηση/διαμάχη που έχει ξεσπάσει και σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο σχετικά με απόψεις που έχουν διατυπωθεί για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η διδασκαλία της ιστορίας στην ελληνική εκπαίδευση και τους λεγόμενους «Μύθους του Έθνους»…

Αν ήταν να διαλέξω σήμερα μέσα στην κρίση και με τη δημοκρατία σε κίνδυνο, θα προτιμούσα τους Μύθους του Έθνους από τα γνωστά παραμύθια των κάθε είδους προοδευτικών διανοουμένων. Στους Μύθους του Έθνους οι ήρωες θυσιάζονται. Στα παραμύθια των εμπόρων της «απόλυτης γνώσης» (;) οι αφηγητές θυσιάζουν τους άλλους.

 

(Διαβάστε τη συνέντευξη στο δικτυακό τόπο της εφημερίδας "City Press")