Συνέντευξη Κυριακάτικη ΑΥΓΗ, 03/01/2010
Συνέντευξη στην Ζώτου Έλλη
Η αύξηση της εγκληματικότητας, όπως καταγράφεται στα στατιστικά στοιχεία που δίνει κάθε χρόνο στη δημοσιότητα η ΕΛ.ΑΣ., τροφοδότησε για τον χρόνο που μας πέρασε πολλές φορές τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ενώ παράλληλα απέκτησε αναβαθμισμένη θέση στην πολιτική ατζέντα. Με αυτή την αφορμή ζητήσαμε από τον εγκληματολόγο και καθηγητή του τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών να μας μιλήσει για την αξιοπιστία των στατιστικών της εγκληματικότητας αλλά και πώς πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε.
Πώς ερμηνεύετε την αύξηση της εγκληματικότητας στις σημερινές συνθήκες;
Η ποσοτική αύξηση της εγκληματικότητας μπορεί να οφείλεται σε διάφορους διαφορετικούς παράγοντες: από την υπερποινικοποίηση της κοινωνικής ζωής μέχρι την οικονομική κρίση. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να ξεχωρίσουμε τα εγκλήματα επιβίωσης (που τελούν οι αποκλεισμένοι και περιθωριοποιημένοι), τα εγκλήματα πάθους ή κατάστασης (που δύσκολα προλαμβάνονται και υπάρχουν σε όλες τις εποχές) από το οργανωμένο έγκλημα(όπλα, ναρκωτικά, trafficking) και την εγχώρια "τρομοκρατία" (ποικίλα μορφώματα αγνώστων σκοπών). Δεν πρέπει βέβαια να λησμονούμε τα εγκλήματα του κράτους (αστυνομική βία, διαφθορά κ.λπ.) που και αυτά επιβαρύνουν την ανασφάλεια του λαού.
Κάθε έγκλημα έχει την δική του ερμηνεία γι' αυτό και μας χρειάζεται επειγόντως ένα ανεξάρτητο Ινστιτούτο Αντιεγκληματικής Πολιτικής για να μελετήσει τα ποιοτικά στοιχεία (δυναμική, τάσεις κλπ.).
Κρίσιμο ρόλο τέλος παίζει και η ανομική κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία και η χαμηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς.
* Κατα πόσο η πραγματικότητα του εγκλήματος αντικατοπτρίζεται στα στατιστικά στοιχεία;
Τα στατιστικά στοιχεία που προέρχονται μόνον από την αστυνομία (και δεν συμπληρώνονται από ερευνητικά δεδομένα και δικαστικές αποφάσεις), ακόμα κι αν είναι αξιόπιστα (ως προς τη διαδικασία συλλογής τους), δεν φανερώνουν ούτε την κρυφή εγκληματικότητα (κυρίως οικονομική) ούτε τους κρυφούς εγκληματίες (κυρίως πρόσωπα υπεράνω υποψίας) ούτε τα δημογραφικά χαρακτηριστικά δράστη - θύματος (ηλικία, μόρφωση κ.λπ.), ούτε βέβαια τα κίνητρα. ’ρα είναι έτσι και αλλιώς "κολοβά" και μόνον ως ενδείξεις πρέπει να προσεγγιστούν.
* Η εφαρμογή μιας αντιεγκληματικής πολιτικής, που ουσιαστικά περιορίζεται στην περισσότερη αστυνόμευση, μπορεί να αποτελέσει την απάντηση στο αίτημα για περισσότερη ασφάλεια;
Η ασφάλεια είναι μια ψυχολογική κατάσταση και αίσθηση του πολίτη που δύσκολα μετριέται. Καθώς όμως συνδέεται με περισσότερες παραμέτρους (όπως η εργασία, η υγεία, η κοινωνική ασφάλιση) είναι δεδομένο πως βάση της πρέπει να γίνει η δίκαιη κοινωνική πολιτική. Πάνω σ' αυτήν θα χτιστεί η συμμετοχική κοινοτική πρόληψη (τοπικά συμβούλια πρόληψης παραβατικότητας) και μετά θα δούμε την επιστημονική αστυνόμευση.
Κι άλλη αστυ-νομο-τρομο-κρατία μόνο ανακύκλωση βίας προσθέτει και όχι λύση.