H αντικειμενική, αξιόπιστη, ειλικρινής δημοσιογραφία είναι ένας κρίσιμος παράγοντας της Δημοκρατίας και της κοινωνικής ειρήνης. Πολλώ μάλλον σε μια περίοδο κρίσης, όπου η διαφάνεια αποτελεί αίτημα και πρόταγμα ιδιαίτερης σημασίας. Ακόμη και η διεισδυτική ή ανακριτική δημοσιογραφία μπορεί να συμβάλλει – χωρίς να υπερβαίνει το όριο της δεοντολογίας ή της ιδιωτικής ζωής – στην ανακάλυψη της αλήθειας και στην αποκάλυψη των στοιχείων του εμπλεκόμενου.
Τόσα χρόνια που η βία (άμετρη, αναίτια, άχρηστη) στρεφόταν κατά των αστυνομικών, των δημοσιογράφων, των διανοουμένων, των πανεπιστημιακών, των πολιτών, οι πολιτικοί μας είτε αοριστολογούσαν περί της αιτιότητας (βιολογισμοί, ψυχολογισμοί, κοινωνιολογισμοί) είτε δοξολογούσαν ορισμένες μορφές βίας (ως προ-επαναστατική δράση;!) είτε απέδιδαν το φαινόμενο στην (όποια) αρνητική πολιτική της (όποιας) κυβέρνησης.
Είμαι κατά της όποιας βίας κατά οποιουδήποτε. Είμαι, όμως, και κατά όσων (αριστερών – δεξιών) επιλεκτικά αξιολογούν τις μορφές βίας που δεν τους ακουμπάνε, αλλά μας ενοχοποιούν για τις μορφές βίας που θέτουν σε αμφισβήτηση τη θωρακισμένη ασφάλεια της διαχρονικής εξουσίας τους.
Πολλές φορές το κράτος πρέπει να προβαίνει σε δύσκολες σταθμίσεις, αξιολογήσεις και προτεραιότητες στη βάση των πιθανών κινδύνων και του ενδεχόμενου οφέλους.
Είμαστε μια χώρα στα όριά της. Δεν εννοώ τα όρια αντοχής των θεσμών και ανοχής των πολιτών. Ούτε τα όρια υποκρισίας και ακρισίας πολλών παραγόντων της δημόσιας ζωής. Αναφέρομαι στα όρια της παράκρουσης. Εχει κανείς την αίσθηση ότι εδώ και πολύ καιρό δεν υπάρχει στον τόπο ούτε μια σταθερά για να μπορεί κάποιος να (συν)κρατηθεί.
Το θεσμικό και πολιτικό σύστημα της χώρας έχει οργανωθεί έτσι ώστε να λειτουργεί μόνο σε «φυσιολογικές (και ελεγχόμενες) συνθήκες». Με το πρώτο έκτεκτο συμβάν οι μηχανισμοί (ιδεολογικοί και καταστατικοί) παραλύουν, οι ανεύθυνοι-υπεύθυνοι ψελλίζουν κάτι ασυνάρτητες γενικότητες, οι κυβερνώντες μετράνε το πολιτικό κόστος, η μείζων αντιπολίτευση τα πιθανά οφέλη, οι διάφορες Αριστερές την ανέξοδη και το πρόβλημα παραμένει εκεί.
Σε μια νύχτα -ύστερα από 20ετή επώαση μέσα στην πολιτική αβουλησία- το ακαδημαϊκό άσυλο μετονομάστηκε σε κοινωνικό καταφύγιο. Ανεξαρτήτως της θέσης που παίρνει ο καθένας για τέτοιες «σιωπηρές» διαδικασίες αλλαγής των όρων και του περιεχομένου τους, δεν νομίζω ότι τιμάει μια Δημοκρατία και ένα πολιτικό σύστημα να μην μπορούν επί 37 μεταπολιτευτικά χρόνια να συμφωνήσουν «τι είναι τι;»