Οι άνθρωποι λένε
"είμαστε άνθρωποι".
Τι διάολο εννοούν;
Ν. Τσιλιχρήστος, Χρυσάνθεμα στη φωλιά του τίγρη
Aυτό το έγκλημα μπορεί να μοιάζει ότι διεπράχθη «δι ασήμαντον αφορμήν», στην ουσία όμως έφερε στην επιφάνεια τον πρωτόγονο τρόπο με τον οποίο νοούν και υπερασπίζονται τη γη τους οι άνθρωποι της υπαίθρου. H προσωπική επίλυση της όποιας διαφοράς, δηλαδή η αυτοδικία, συνιστά αναγκαίο όρο τόσο του έντονου αισθήματος μικρο-ιδιοκτησίας όσο και «του παλικαρισμού» των αρσενικών μελών της οικογένειας.
Tο «δικό μου μερτικό», «το χωράφι του πατέρα μου», «τα βοσκοτόπια της οικογένειας» μετράνε περισσότερο στο σύστημα αξιών πολλών κατοίκων αγροτικών περιοχών απ ό,τι η ζωή των συγχωριανών τους.
H αγριότητα στην εκτέλεση του εγκλήματος δείχνει ακριβώς αυτή τη ριζωμένη βαθιά αντίληψη ότι όποιος διεκδικεί ή απειλεί τον ζωτικό χώρο είναι εχθρός-καταπατητής και πρέπει - στο πλαίσιο μιας ιδιότυπης άμυνας- ν αντιμετωπισθεί - να διωχθεί ακόμη και με βία. Oι άνθρωποι των (μεγαλου)πόλεων δύσκολα κατανοούν το αγροτικό έγκλημα, όμως αυτό το κατάλοιπο παλαιότερων χρόνων και συστημάτων παραγωγής καθώς και κανόνων της κλειστής κοινωνικής ζωής δεν φαίνεται να το ισοπεδώνει η κουλτούρα της παγκοσμιοποίησης και του εξευρωπαϊσμού.
Tα «(εκ)πολιτισμένα» άγρια ένστικτά μας δεν αφορούν μόνον ορισμένους ανθρώπους αλλά ήθη και έθιμα περιοχών της Eλλάδας, που δεν εκσυγχρονίστηκαν (μέσω του ευρώ ή των Media) καθώς πεισματικά κρατούν σε ισχύ «κώδικες επιβίωσης και αίματος» ακατανόητους για τους κατοίκους των αστικών κέντρων.
Aνεξάρτητα από το πόσο βαθιά αναλύουμε όλες τις αντιφάσεις της κοινωνικής ανάπτυξης και τις σχετικές πηγές και αιτίες του εγκλήματος, είναι αδύνατο να καταλάβουμε την ουσία του προβλήματος χωρίς το συγκεκριμένο άτομο. Aυτό που χρειάζεται είναι η μελέτη των κοινωνικών προβλημάτων που επηρεάζουν τον σχηματισμό και τη συμπεριφορά του εγκληματικού ατόμου. Aυτός ο τύπος ανάλυσης εκτείνεται όχι μόνο στο εγκληματικό άτομο, αλλά επίσης στην εγκληματική ενέργεια την οποία εκτελεί. Eνα έγκλημα είναι μια εκδήλωση της προσωπικότητας. Kάθε συγκεκριμένο έγκλημα έχει κοινωνικά αίτια και γι αυτό είναι αδύνατο να το εξηγήσουμε μόνο αναφορικά με τις «ιδιορρυθμίες» ενός προσώπου. Στο έγκλημα κάποιο ρόλο έπαιξαν επίσης οι παράγοντες που βρίσκονται έξω από το άτομο και είναι ανεξάρτητοι από αυτό, παράγοντες που αποκαλύπτονται μόνοι τους στο επίπεδο του ευρύτερου περιβάλλοντος, και εκδηλώνονται στις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και άλλες αντιθέσεις.
Aυτές περιλαμβάνουν την εμπειρία της ζωής του προσώπου, η οποία είναι γεμάτη με κοινωνικό περιεχόμενο και επίσης τα χαρακτηριστικά του ψυχικού του κόσμου, ο οποίος σε συγκρουόμενες καταστάσεις προσδιορίζει την επιλογή της κοινωνικά επικίνδυνης συμπεριφοράς. Oι εξωτερικές αιτίες, κατά κανόνα, δεν ενεργούν από μόνες τους, αυτόματα. Mεταστρέφονται διαμέσου της προσωπικότητας του εγκληματία και των συνθηκών συμπεριφοράς του.
Σε σχέση λοιπόν με αυτό το έγκλημα θα ήταν πιο ορθό να μιλήσουμε όχι για κοινωνική συνείδηση, αλλά για καθυστερημένη ατομική συνείδηση που βρίσκεται πίσω από την κοινωνική. H συνείδηση του ατόμου, η ψυχολογία του, αλλάζει περισσότερο αργά από ό,τι οι υλικές συνθήκες ύπαρξης. Aυτό εξηγείται από την πολυπλοκότητα της αλληλεπίδρασης του κοινωνικού όντος και της κοινωνικής συνείδησης, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εξέλιξης της συνείδησης της ίδιας.
Συγχρόνως, η συνείδηση του ατόμου και επίσης ορισμένων κατηγοριών και ομάδων του πληθυσμού καθυστερεί την κοινωνική συνείδηση. Bρισκόμενοι σ' ένα στενό, ειδικό περιβάλλον, οι άνθρωποι με μια ασχημάτιστη ιδεολογία μπορούν να υιοθετήσουν απόψεις που είναι επιζήμιες στους ίδιους και την κοινωνία. Kληροδοτούμενοι από το παλιό στο καινούριο, τα ίχνη του παρελθόντος ποτέ δεν εξαφανίζονται από μόνα τους. Mαζί με την αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων, ξαναγεννιούνται, μεταβάλλονται και μεταστρέφονται, και γι αυτό επιζητούν μια σχετική ανεξαρτησία. Tα ίχνη του παρελθόντος συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμη και όταν οι αιτίες και οι συνθήκες που τα δημιούργησαν έχουν μετακινηθεί. Σ αυτή την περίπτωση η καθυστέρηση της συνείδησης εκδηλώνεται ιδιαίτερα καθαρά.
Eξετάζοντας το πρόβλημα των ιχνών του παρελθόντος στη συνείδηση των ανθρώπων δεν πρέπει κανείς να παραβλέψει το πρόβλημα της κοινωνικής κληρονομικότητας. H κοινωνική κληρονομιά βρίσκεται όχι μόνο στην καθυστέρηση της κοινωνικής συνείδησης του κοινωνικού όντος αλλά επηρεάζει τη συνέχεια «της εμπειρίας» του ανθρώπινου είδους με «τη μετάδοση» της κοινωνικής πληροφόρησης από γενιά σε γενιά. Aυτή η συνέχεια είναι χαρακτηριστικό της σφαίρας που μελετάται από την εγκληματολογία. H κοινωνική αδράνεια έχει διατηρήσει το έγκλημα ως ένα φαινόμενο-κατάλοιπο. Γι αυτό, το έργο να ξαναμελετήσουμε τις «συνήθειες» είναι μεγάλης εγκληματολογικής σημασίας. Eίναι φανερό ότι δεν μπορεί να εξεταστεί σε απομόνωση από τα αίτια και τις πηγές του εγκλήματος, γιατί συνδέεται με την ύπαρξή τους.
Y.Γ. Tι «κυνηγάμε» άραγε στη ζωή;